- αποναίω
- ἀποναίω (Α) [ναίω]Ι. στέλνω πίσω, επιστρέφω κάτι ή κάποιον εκεί που ανήκειII. (-ομαι)1. ταξιδεύω, γυρίζω πίσω2. απέρχομαι, φεύγω από έναν τόπο.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἀπενάσθην — ἀποναίω remove aor ind pass 3rd pl (epic doric aeolic) ἀποναίω remove aor ind pass 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπονάσσω — ἀποναίω remove aor subj act 1st sg (epic) ἀποναίω remove aor ind mid 2nd sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπενάσθη — ἀποναίω remove aor ind pass 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπενάσσατο — ἀποναίω remove aor ind mid 3rd sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποναίεσθαι — ἀποναίω remove pres inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπονάσσωσι — ἀποναίω remove aor subj act 3rd pl (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπονάσσωσιν — ἀποναίω remove aor subj act 3rd pl (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπένασσαν — ἀποναίω remove aor ind act 3rd pl (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπένασσε — ἀποναίω remove aor ind act 3rd sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)